Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ορμόνη ασπονδύλου, η

     [ινβέρτιbρεϊτ χόρμον]    
invertebrate hormone

     [ormο΄ni asponδi΄lu]    

Ερμηνεία:

Ορμόνη που παράγεται από κάπποιο ασπόνδυλο ζώο, π.χ. έντομα, μαλάκια έλμινθες, δακτυλιοσκώλικες.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

E Martinez, F Givel, W Wahli
EMBO J. 1991 February; 10(2): 263–268.


Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Kυτταρολογία: